Γιάννης Μακριδάκης
σημερινή σκηνή με τον μαστρο Χ. που ήρθε εξ αθηνών. Τον ειδα το πρωί να σκάβει και τον ρώτησα αν θα βάλει κήπο.
Όχι, μου λέει, δε βάζω τίποτα. Διότι όλοι βάζουνε φάρμακα, τους ξέρω όλους έναν έναν, άμα δε βάλεις φάρμακα δεν τρως, δε γίνονται τα φυτά, εγώ φάρμακα δε βάζω, καλύτερα λοιπόν να πηγαίνω να αγοράζω από το σούπερ μάρκετ τις ντομάτες.
Τι φάρμακα βάζουνε, λιπάσματα;
Όχι μόνο. Και αυτά που ραντίζουνε, όλοι φσστ φσστ κάθε τόσο, φάρμακα είναι αυτά. Εσύ έβαλες κήπο; με ρώτησε.
Έβαλα, του λέω μερικά φυτά αλλά εγώ δε βάζω φάρμακα.
Ε, δε θα σου γίνει τίποτα, μου λέει.
Είναι δικά μου φυτά, του λέω, τα βγάζω από σπόρο, δεν είναι αγοραστά που θέλουνε φάρμακα.
Α, μου λέει, τα φτιάχνεις μόνος σου τα φυτά ε; Μπράβο, καλά κάνεις, παλιά είχαμε μια ντομάτα τόση, που άμα την έκοβα εδώ και ήσουνα εκεί απάνω, σου χτυπούσε η μυρωδιά. Τώρα δεν υπάρχει πια αυτός ο σπόρος, χάθηκε..
Έκανα να φύγω, για να μην του πω ότι τον χάσανε και δεν χάθηκε μόνος του ο σπόρος.