Σήμερα πρωί πρωί είδα τον τρομερό μου γάτο τον Θωμά να έχει κάτσει δίπλα σε μια ντοματιά που είχε πάνω ώριμες ντομάτες κατακόκκινες (τις είχα αφήσει να παραωριμάσουν για να κρατήσω σπόρο) και να ‘χει χώσει τη μουσούδα του μέσα στα φύλλα του φυτού. Κάτι έκανε εκεί. Ήταν εμφανώς αφοσιωμένος στη δουλειά του.
Γνωρίζοντας την λαιμαργία του και την εκλεπτυσμένη αίσθηση του ντελικατέσεν που έχει, πήγε αμέσως ο νους μου στο κακό και έτρεξα κοντά του. Πράγματι, δεν είχα άδικο. Δεν τον παρεξήγησα.
Οι δυο πιο ώριμες και πιο ζουμερές ντομάτες του φυτού ήτανε ήδη φαγωμένες. Είχε ανοίξει από μια τρύπα στην σάρκα της καθεμιάς και βύζαινε τους χυμούς της.
Του έκοψα τη γλύκα στη μέση. Τον έδιωξα τον κερατά κι έκοψα τις ντομάτες για να σώσω τουλάχιστον από μέσα όσα σποράκια είχανε απομείνει. Πήγε λίγο πιο κει τρομαγμένος κι απόμεινε κι αυτός να γλείφεται και να με κοιτάζει με κάποια απορία που του χάλασα την απόλαυση.
Δεν έχω ξαναδεί γάτα να τρώει ντομάτες και μάλιστα πάνω από το φυτό, σαν ποντικός. Μου έκανε εντύπωση όλο αυτό και, γυρνώντας στο χωριό, σταμάτησα στο καφενείο, να ρωτήσω τους γέροντες.
Σου τρώει τις ντομάτες; Ρίξτου μια τουφεκιά του κερατά! Αυτή την απάντηση έλαβα από έναν που έπινε τον καφέ του τον πρωινό. Κρέμασέ τον, αναφώνησε ένας άλλος από το βάθος! Όχι, τίποτα απ’ αυτά να μην κάμεις, είπε ένας ακόμα σοφός γέροντας. Μονάχα ένα κουκουδάκι ποντικοφάρμακο θα πάρεις, θα το βάλεις μέσα σε μια ψαροκεφαλή και θα του το δώκεις να το φάει.
Καθόμουν και τους άκουγα έντρομος. Είχανε γουρλώσει τα μάτια μου φαίνεται και ήταν εμφανής η αποστροφή μου. Άμα δεν τον ξεκάνεις, δεν θα σου αφήκει ντομάτα για ντομάτα, τώρα που είδε τη γλύκα, μου είπε πάλι ο πρώτος, ο οποίος κατάλαβε προφανώς πως δεν είχα σκοπό να ακολουθήσω τις οδηγίες τους.
Αυτοί είναι οι παλιοί Έλληνες. Οι άνθρωποι των χωριών. Σκληροί και αδίστακτοι. Όταν πρόκειται για την τροφή τους, είναι ικανοί να ξεπαστρέψουν όλους τους ανταγωνιστές. Σαν τα ζώα. Τα ζώα όμως παλεύουν το καθένα με τα κουράγια του και νικάει το δυνατότερο, για να διαιωνίσει όσο γίνεται καλύτερα το είδος. Ο άνθρωπος χρησιμοποιεί το μυαλό του ύπουλα. Όχι μόνο απέναντι στα άδολα ζώα αλλά και μέσα στην κοινωνία του. Απέναντι στους συνανθρώπους του.
Οι ντομάτες που θα βαστάς για σπόρο πρέπει να ‘ναι θηλυκές, μου φώναξε ένας από την παρέα καθώς έκανα να φύγω βυθισμένος στις σκέψεις μου. Οι σερνικές δεν έχουνε σπόρο, μου είπε. Αυτό δεν το είχα ξανακούσει. Ποιες είναι πάλι οι θηλυκές ντομάτες; Πήρα τις δυο γατοφαγωμένες που είχα μαζί μου και πήγα κοντά του για να τις δει και να μου δείξει κι εμένα. Τούτη είναι καλή, μου λέει, θηλυκιά, τη βλέπεις; Κάνει γούβα εδώ, στον κώλο της. Η άλλη είναι σερνικιά, έχει εξόγκωμα από κάτω, δεν κάνει για σπόρο.
Βέβαια. Ήταν απολύτως εμφανές. Και με το μάτι και με την αφή. Αν παρατηρήσετε το κάτω μέρος της ντομάτας, θα το καταλάβετε αμέσως το φύλο της. Αν δεν τις είχε φάει ο Θωμάς σήμερα το πρωί, δεν θα τη μάθαινα αυτή την τρομερή πληροφορία. Οι σοφοί πρωτόγονοι γέροντες με αποζημίωσαν για την διεστραμμένη, σύμφωνα με την εποχή μας και την σύγχρονη κουλτούρα μας, προσέγγισή τους απέναντι στα “άχρηστα” και “ζημιάρικα” ζωντανά.
Αυτοί είναι οι άνθρωποι της ελληνικής επαρχίας. Ακραίοι. Σαν τη φύση την ίδια ώρες ώρες.
http://yiannismakridakis.gr/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου