Κρυσταλία Πατούλη tvxs.gr
“Για πρώτη φορά, ζω σε μια κοινωνία, η οποία δείχνει να ‘χει πάθει εγκεφαλικό! Δεν αντιδρά με τίποτα!” ο Χρόνης Μίσσιος, μιλά εφ’ όλης της ύλης, στην Κρυσταλία Πατούλη, για τη σημερινή κατάσταση της χώρας, τονίζοντας μεταξύ άλλων, ότι “πρέπει
να αντιληφθούμε ποια είναι η ουσία και το νόημα της ζωής! Δηλαδή, δεν
γίνεται αντί να ζούμε, να προσπαθούμε να επιβιώσουμε!” και προτείνοντας “να πάρουμε τα βουνά, να ξαναεποικήσουμε την Ελλάδα”.Η κρίση που περνάμε, είναι πολυεπίπεδη, δεν είναι μονάχα οικονομική. Oυσιαστικά είναι κρίση αξιών και χρεοκοπίας του λογοκρατούμενου και τεχνοκρατικού πολιτισμού μας. Τους κινδύνους για την οικολογική κρίση, πια, του πλανήτη, δεν τους αμφισβητεί κανείς, και όλο και περισσότεροι άνθρωποι συνειδητοποιούν την ανάγκη να στρατευτούν σε τέτοιου είδους προσπάθειες για να σώσουν ή να βελτιώσουν το περιβάλλον. Αυτό, όμως, είναι το ένα μέρος: Ο περιβαλλοντολογικός ακτιβισμός. Διότι στην πραγματικότητα υπάρχουν δύο περιβάλλοντα:
Το ένα είναι το φυσικό περιβάλλον και το άλλο είναι το κοινωνικό περιβάλλον, το ανθρώπινο περιβάλλον.
Το πρόβλημα προκύπτει από το γεγονός, ότι το ανθρώπινο περιβάλλον είναι οργανωμένο κατά τέτοιο τρόπο και δρα κατά τέτοιο τρόπο, ώστε καταστρέφει το φυσικό περιβάλλον. Συνεπώς για να διατυπώσουμε ένα οικολογικό αίτημα, που θα σημαίνει την σωτηρία του πλανήτη και συνεπώς της ζωής πάνω σε αυτόν, πρέπει να προσπαθήσουμε να δούμε πως θα ανατρέψουμε τις πρακτικές που οδηγούν στην καταστροφή του και πως θα οδηγηθούμε σ’ έναν βαθύτερο κοινωνικό μετασχηματισμό, ο οποίος θα αποκαταστήσει τη φυσική σχέση του ανθρώπου με τη φύση.
Αυτό σημαίνει, μια εξανάσταση της ανθρώπινης συνείδησης, σημαίνει μια καθημερινή απόκρουση της βαρβαρότητας του συστήματος και μιας διαφορετικής τοποθέτησης στη συμπεριφορά του ανθρώπου απέναντι σε αυτά τα προβλήματα. Και αυτό είναι πάρα πολύ δύσκολο. Γιατί αυτή τη κουλτούρα, ότι ο άνθρωπος είναι ο κυρίαρχος του πλανήτη, και ότι ο Θεός έπλασε τον άνθρωπο και τον διόρισε κυρίαρχο του πλανήτη και του είπε ότι: «όλα αυτά είναι δικά σου», την κουβαλάμε από τα γεννοφάσκια μας!
Πρέπει να απαλλαχτούμε από τις θεωρίες του ανθρωποκεντρισμού, όπως και από τις αφελείς θεωρίες της θρησκείας και όλων αυτών των πραγμάτων. Αλλά κυρίως, πρέπει να αντιληφθούμε ποια είναι η ουσία και το νόημα της ζωής! Δηλαδή, δεν γίνεται αντί να ζούμε, να προσπαθούμε να επιβιώσουμε!
Κάθε πλάσμα έρχεται στον κόσμο με δικαιώματα, με δυνατότητες, να ζήσει τη ζωή του, να χαρεί, να είναι χορτάτο, να καλύπτει τις ανάγκες του, κλπ. Αλλά ο άνθρωπος έρχεται σ’ έναν κόσμο, όπου εκτός από τους πορφυρογέννητους, δεν ξέρει που πάει και τι κάνει, και πώς να ζήσει.
Ταυτόχρονα αυτή η ολιστική οικολογία- οικολογική αντίληψη, η οποία δεν ασκείται μόνο σ’ έναν οικολογικό ακτιβισμό αλλά βλέπει και θέλει και παλεύει να αναστρέψει τις καταστροφικές δομές του συστήματος και να εδραιώσει έναν καινούριο πολιτισμό, είναι σημαντική γιατί είναι η μόνη διαδικασία η οποία απαιτεί όχι την υπακοή ή την υποταγή των ανθρώπων σε μια πίστη ή σε μια ιδεολογία αλλά απαιτεί την αφύπνιση της συνείδησής του και την κατανόηση του νοήματος της ζωής.
Η ζωή είναι ένα χάρισμα. Είναι ένα χάρισμα που μας δίνεται μια φορά. Μια φορά! Και πρέπει να το χαρούμε, πρέπει να το δωρίσουμε, πρέπει να το ζήσουμε!
Η οικολογία μάς απαλλάσσει, επίσης, και από το άγχος του θανάτου. Ξέρουμε, ότι αυτό το δώρο, είναι με ημερομηνία λήξεως, και συνεπώς πρέπει να το χαρούμε και όχι να το σπαταλάμε μέσα σε βάσανα. Τι είναι αυτά τα πράγματα; Που κατάντησαν τη ζωή μας σήμερα;
Οι άνθρωποι δεν προλαβαίνουν να σκεφτούνε, δυστυχώς, να καταλάβουν, τι σημαίνει ζωή. Τρέχουν, τρέχουν, τρέχουν, κι όταν φτάνει το ηλιοβασίλεμα, αντί να κλαίνε γιατί πέρασε άλλη μια μέρα, και συνεπώς άλλο ένα βήμα προς το θάνατο, χαίρονται. Χαίρονται! Γιατί η μέρα τους ήταν φορτωμένη με οδύνη, με άγχος, με κυνηγητό, με προβλήματα, με όλα αυτά.
Η οικολογία είναι επαναστατική, με την έννοια ότι στοχεύει να καταργήσει όλες τις αρνητικές δομές της κοινωνίας. Είναι η μόνη επανάσταση, θα λέγαμε, η οποία δε φέρει εξουσία και δεν εδραιώνει καμία εξουσία. Και ξέρουμε από την ιστορία ότι και τα πιο ωραία, τα πιο όμορφα, τα πιο ρομαντικά όνειρα των επαναστατών, σκοτώθηκαν από την εξουσία. Αυτή ήταν η αιτία της καταστροφής. Αυτή είναι η αιτία που μετατρέπει τα όνειρα σε εφιάλτη.
Είναι δυνατόν να μιλάμε για οικολογία και για πράσινη ανάπτυξη και να έχουμε την εκμετάλλευση του ανθρώπου από άνθρωπο;
Μιλάω για την κυβέρνηση και για την πράσινη ανάπτυξη! Σ’ αυτή την πράσινη ανάπτυξη, λοιπόν, από τους πρώτους μετόχους είναι οι εταιρίες της BP, από τους πρώτους επενδυτές σ’ αυτή την ιστορία. Δηλαδή είναι αυτός ο φαύλος κύκλος που έλεγε ο Ελύτης, ότι με έναν ανθρωποκεντρικό – τεχνοκρατικό πολιτισμό προσπαθούμε να διορθώνουμε τις ζημιές που έκανε ένας ανθρωποκεντρικός- τεχνοκρατικός πολιτισμός. Αυτός είναι ο φαύλος κύκλος.
Και τι θα πει ανάπτυξη, κι ως που πάει αυτή η ανάπτυξη τέλος πάντων; Αυτή η γραμμή που πάει; Έχει κανένα τέλος; Έχει κανένα τέρμα αυτή η γραμμή; Περάσαμε τη βιομηχανική επανάσταση, περάσαμε την επανάσταση την ηλεκτρονική, και το όφελος του ανθρώπου ποιό; Η ποιότητα της ζωής του, το νόημα της ζωής του έχει χαθεί, έχει αλλοτριωθεί! Η ζωή είναι αλλού και ο άνθρωπος ο σημερινός είναι αλλού! Οι περισσότεροι άλλα ζητούν κι άλλα ζούνε, άλλα επιθυμούν και άλλα πραγματοποιούν μέσα στην κοινωνία.
Είμαστε πια μια κοινωνία σχιζοφρενών. Από τη μια ένας αφύσικος πολιτισμός και από την άλλη η οντότητά μας σαν άνθρωποι. Είμαστε ψυχασθενείς. Απλώς ο καθένας νομίζει ότι ο άλλος είναι, κι όχι ο ίδιος!
Αν θέλουμε λοιπόν να οραματιστούμε ένα ανθρώπινο μέλλον, οφείλουμε κατ’ αρχήν να το οραματιστούμε σε ανθρώπινα μέτρα. Αυτές οι χαβούζες που λέγονται πόλεις εξαφανίζουν τον άνθρωπο.
Θα κάνω μια παρένθεση: πήγα κάποτε στην Ιταλία και μπήκα σε μία από αυτές τις τεράστιες εκκλησίες που έχουνε. Στάθηκα μέσα σ’ αυτό το πράγμα και χάθηκα πραγματικά. και ένιωσα έτσι, ανύπαρκτος. Αυτόματα σκέφτηκα κι ένα δικό μας, ένα εκκλησάκι σ’ ένα λοφίσκο, που μπαίνεις μέσα και ακουμπάς το Θεό ρε παιδί μου! Εκεί εκμηδενίζουν εντελώς τον άνθρωπο. Ενώ, αντίθετα, μπαίνεις σ’ σ’ ένα ερημοκλήσι και βλέπεις τον Παντοκράτορα από πάνω να σου χαμογελάει, να απλώσεις το χέρι να τον πιάσεις!
Δηλαδή, ο άνθρωπος ο οποίος θέλει να επικοινωνήσει, ανεξάρτητα αν πιστεύει στον Θεό ή δεν πιστεύει στο Θείο, κλπ. Όσο υπάρχουν άνθρωποι -κι αυτοί λιγοστεύουν ολοένα και περισσότερο και αντικαθίστανται από τους μεταλλαγμένους- θα νιώθουνε αυτή την ανάγκη μιας διαφορετικής επικοινωνίας. Πολλές φορές όταν είμαι «φορτωμένος» και έχει Πανσέληνο βγαίνω στην βεράντα εδώ έξω ανοίγω τα χέρια μου -όπως όταν σταύρωσαν τον Χριστό- κι ανοίγω το στόμα μου και προσπαθώ να… καταπιώ το φεγγάρι. Στέκω, έτσι, πέντε με δέκα λεπτά, και κάποια στιγμή χάνομαι, σταματάω μόνος μου, γιατί δεν ξέρω αν θα γυρίσω πίσω…
Εδώ κάτω έχω και μια ροδιά (αγαπάω πολύ τις ροδιές) η οποία, κάποια μέρα μου αρρώστησε. Πήγα στον Γεωπόνο, πήρα φάρμακα, πήρα τούτο, πήρα τ’ άλλο, την ράντισα, τίποτα! Η ροδιά κάθε μέρα και χειρότερα. Ήταν Πανσέληνος. Την σκεφτόμουνα κι ήμουν στενοχωρημένος. Κατέβηκα τα σκαλοπάτια, κι έκατσα σε μια πέτρα δίπλα της και άρχισα να της λέω πόσο πολύτιμη είναι για μένα, πόσο την αγαπάω, να την χαϊδεύω, να της μιλάω τρυφερά κλπ. Από την άλλη μέρα η ροδιά άρχισε να γίνεται καλύτερα. Έγιανε, και τον Σεπτέμβρη πέταξε και εκτός εποχής, πια, δυο τεράστια ρόδια. Τώρα, δεν ξέρω αν τα φάρμακα βοήθησαν, επίσης, αλλά εγώ αλλιώς το εισέπραξα και αλλιώς το ένιωσα.
Είναι δύσκολο να ανοίξουμε μια διέξοδο μέσω μιας οικολογικής επανάστασης. Και γιατί είναι δύσκολο; Από την δεκαετία του ’60 ο Μαρκούζε είχε επισημάνει, ότι αυτό το απεχθές κοινωνικό σύστημα δεν βρίσκεται πια έξω από τον άνθρωπο, αλλά έχει ενσωματωθεί μέσα στον άνθρωπο και έχει υποχρεώσει τον άνθρωπο να το αναπαράγει συνεχώς. Αυτό τι λέει;
Αυτό λέει, ότι υποχρεωτικά, έχουμε μια μετάλλαξη της συνείδησης, μια μεταφορά της, από την αυτονομία της αναζήτησης του καλού ή της ζωής, σε μια πρακτική η οποία αναπαράγει το σύστημα. Μας έχουν υποχρεώσει να παίρνουμε αυτοκίνητα, μας υποχρεώνουν να παίρνουμε κινητά, μας υποχρεώνουν να κάνουμε τούτο, ή το άλλο. Έχουν οργανώσει έτσι τη ζωή, ώστε δεν μπορούμε να διαφύγουμε.
Γι’ αυτό είναι πολύ δύσκολη μια επανάσταση της οικολογίας. Γιατί πρέπει να απαλλαγεί ο άνθρωπος, να ξεράσει από μέσα του, όλο το σύστημα, να μπορέσει να απελευθερωθεί και να μπορέσει τελικά να δει τα πράγματα όπως είναι, να δει τη ζωή του, να παλέψει, ν’ αντισταθεί, να πολεμήσει.
Σήμερα και σ’ αυτόν τον τομέα -και είναι πολύ αισιόδοξο- διάφορες παρέες παίρνουν τα βουνά και προσπαθούν να ζήσουν έξω από το σύστημα. Ακόμα, σε κάποιες περιοχές έχουν καταργήσει και το χρήμα. Εσύ έχεις βγάλει φέτος περισσότερα φασόλια, εγώ έχω πατάτες, ο άλλος έχει λάδι, ο άλλος είναι γιατρός κι αντί για πληρωμή θα του δώσω αυγά ή κοτόπουλο, κλπ.
Αυτά νομίζω είναι από τα πιο σημαντικά πράγματα που συμβαίνουν σήμερα στην ελληνική κοινωνία, διότι από το οργανωμένο πολιτικό- θεσμικό σύστημα δεν μπορούμε να περιμένουμε τίποτα. Πρόκειται για μια κατάσταση η οποία αποκλείεται να αναπαράξει τίποτα καλό, τίποτα της προκοπής.
Δεν πίστευα ποτέ ότι θα ξαναζήσω μια περίοδο εθνικής υποτέλειας της πατρίδας μου.
Πιτσιρικάς δεκατριών χρονών πολέμησα τους Γερμανούς. Μετά, πολέμησα τον αμερικάνικο ιμπεριαλισμό, την εποχή που ερχόταν εδώ ο Αμερικανός στρατηγός και του έλεγε ο Έλληνας Πρωθυπουργός, διανοούμενος Κανελλόπουλος, «Ιδού ο στρατός σας!», δείχνοντας τον ελληνικό στρατό. Την εποχή που ερχόταν ο πρέσβης των Ηνωμένων Πολιτειών ο περίφημος Πιουριφόι, και έμπαινε στο γραφείο του Πρωθυπουργού και ανέβαζε τα πόδια του πάνω στο γραφείο και του έλεγε τι να κάνει και τι να μην κάνει…
Ε, περίπου τα ίδια δε ζούμε τώρα; Έρχονται οι Τροϊκανοί. Τα ίδια δεν κάνουνε; Έχουμε κυβέρνηση; Πού είναι;
Λέω καμιά φορά, σ’ αυτά τα παιδιά που τρέχουν στις διαδηλώσεις και χτυπιούνται με τους μπάτσους και μετά τους πλακώνουν με τα χημικά σα να ‘ναι κατσαρίδες, «Τι πάτε και σκοτώνεστε μες στους δρόμους και δεν πάτε να καταλάβετε τα χωράφια της Μονής του Βατοπεδίου και να κάνετε μια φάρμα; Είστε όλοι σας μορφωμένα παιδιά, έχετε διάφορες ειδικότητες, να καταλάβετε τα βασιλικά κτήματα, αυτού του κερατά στο Τατόι, να κάνετε μια φάρμα; Θα ‘χετε και τον κόσμο μαζί σας! Ποιος θα σας πει κουβέντα; Πάτε και πετάτε γκαζάκια, και καίτε το αυτοκίνητο του αλλουνού του κακομοίρη, τι σας φταίει ο άλλος;».
Θέλω να πω, ότι, δυστυχώς, επίσης για πρώτη φορά, ζω σε μια κοινωνία η οποία δείχνει να χει πάθει εγκεφαλικό! Δεν αντιδρά με τίποτα! Να συμβαίνουν τόσο τρομακτικά πράγματα και μέσα σ’ αυτήν και στον κόσμο και γύρω της, και να μην παίρνει χαμπάρι! Να μην αντιδρά με τίποτα!
Άκουγα τον Γιανναρά να λέει «Τουλάχιστον ας κατέβουν εκατό- διακόσιες χιλιάδες κόσμος να καταλάβουν το Σύνταγμα και να κάτσουν εκεί και να απαιτήσουν Συντακτική Εθνοσυνέλευση». Αλλά πού; Αυτό που λέγεται, πια, ότι απέμεινε σαν σύνθημα γραμμένο σε γκρεμισμένους τοίχους: «ΑΡΙΣΤΕΡΑ», τυρβάζει περί των… ευαγγελίων ακόμα!
Ξέρεις τι είπε ο Δαντόν πριν τον καρατομήσουν; «Τα βήματα της ανθρώπινης ιστορίας είναι οι ταφόπετρες των ρομαντικών». Κατάλαβες; Και μέσα σε όλη την πορεία της ιστορίας, οι μόνοι που έσωσαν την αθωότητά τους ήταν αυτοί που σκοτώθηκαν νωρίς, πριν γίνουν εξουσία. Γιατί, σου λέω, ότι η εξουσία είναι το χειρότερο, είναι το τρομακτικότερο εφεύρημα του ανθρώπου!
Εγώ είμαι υπέρ της άμεσης δημοκρατίας, υπέρ των μικρών κοινοτήτων, και το μόνο που θα έλεγα σήμερα που η χώρα μας περνάει κρίση, θα ‘τανε, “πάρτε τα βουνά, ξαναγυρίστε στα χωριά σας, ξαναγυρίστε στη λίμνη! Ξαναεποικήστε την Ελλάδα!”
Έχουμε μια χώρα η οποία είναι ευλογία Θεού, παράγει τα πάντα! Από βότανα, από τρόφιμα, τα πάντα μπορεί να παράξει. Ποτέ όμως δεν είχαμε μια ικανή πολιτική ηγεσία.
Είναι πάρα πολύ εύκολο να φτιάξεις μια ιδεολογία ή μια θεωρία για την κοινωνία και να καλέσεις τους ανθρώπους να την εφαρμόσουν. Είναι όμως τρομερά δύσκολο, ως ανυπέρβλητο, να ξεπεράσεις το εμπόδιο του εαυτού σου και της κουλτούρας που σου πότισαν από τα γεννοφάσκια σου και τα δεσμά που έχει δέσει γύρω σου το σύστημα.
Γι’ αυτό ο δρόμος προς την απελευθέρωση από τη βαρβαρότητα, είναι ένας δρόμος πάνω από την πυρρά, που πρέπει να περάσει ο καθένας μας. Πάρα πολύ δύσκολος δρόμος.
Για την ώρα το κάνουν αυτοί που έχουν κάποια δυνατότητα να το κάνουν. Δηλαδή, γνωρίζω ανθρώπους, οι οποίοι φύγανε και πήγανε στο Πήλιο, ένα από τα πιο παραγωγικά βουνά της Ελλάδας -εκεί και… μπουκάλια να φυτέψεις θα φυτρώσουνε και υπάρχουν κτήματα τα οποία είναι εγκαταλελειμμένα, γεμάτα ελιές, καρυδιές, μηλιές κλπ.- και νοίκιασαν ένα κτήμα, ίσα ίσα για να μην χάσει ο ιδιοκτήτης την κυριότητα, δηλ. με 500 ευρώ το χρόνο, για να καλλιεργούν και να ζουν εκεί, να πουλάν το λάδι και καμιά φορά να βγαίνουν και στην λαϊκή αγορά. Κάποιοι από αυτούς είναι και γιατροί ή δάσκαλοι και διοργανώνουν εκδηλώσεις. Περνάνε όμορφα, με την παρέα τους, με τα οργανάκια τους, κάθε άνοιξη συγκεντρώνουν τις εμπειρίες τους, για το πως π.χ. γίνεται το μελιτζανάκι τουρσί, τα καρύδια γλυκό, πώς από το λάδι γίνεται το σαπούνι, πώς χτίζουν σπίτια με αχυρόμπαλες κλπ., διάφορες γνώσεις, γιατί όλοι τους είναι και πολύ ενδιαφέροντες άνθρωποι και έχουν κυνηγήσει αυτήν τη γνώση, η οποία είναι πολύτιμη.
Με την τεχνολογία, έχουμε χάσει πολύτιμες γνώσεις από την εμπειρία του ανθρώπου, που εξασφάλισαν την επιβίωσή του στον πλανήτη για εκατομμύρια χρόνια. Σήμερα η γνώση μας έρχεται απ’ το μέλλον, δεν έρχεται από το παρελθόν!
Παλιά οι νέοι σέβονταν τους ηλικιωμένους, ενώ, σήμερα, συνήθως, δεν τους σέβονται. Παλιά τους σέβονταν γιατί, εκτός των άλλων, ο ηλικιωμένος κατείχε τη γνώση και ήξερε πότε θα φυτέψει, τι καιρό θα κάνει, τι αλλαγές θα γίνουν, από τι πάσχει το φυτό κλπ. Σήμερα ο εγγονός ξέρει περισσότερα για την τεχνολογία από τον παππού. Τον βλέπεις και πιάνει το κινητό και τραβάει φωτογραφίες και ο παππούς… κοιτάει.
Αλλά, δεν υπάρχει παιδεία, σήμερα. Μη γελιόμαστε. Υπάρχει εκπαίδευση. Άλλο πράγμα η παιδεία κι άλλο πράγμα η εκπαίδευση. Σήμερα, λοιπόν, τα παιδιά εκπαιδεύονται. Γιατί; Για να βρούνε τη μηχανή του κέρδους! Να εξασφαλίσουν κάποια θέση σε κάποιο επάγγελμα.
Τη μηχανή του κέρδους! Αυτό είναι το πρόβλημα. Όσο στην κοινωνία μας η κυρίαρχη αξία του συστήματος είναι το κέρδος, από κει και πέρα μην ψάχνεις να βρεις… αυτό διαποτίζει όλες τις ανθρώπινες σχέσεις και διαποτίζει όλες τις κοινωνικές δραστηριότητες όπως είναι η παιδεία και όλα τα πράγματα.
Πιστεύω, λοιπόν, ότι αν υπάρχει ελπίδα διεξόδου, οι άνθρωποι και κυρίως οι νέοι θα την διαμορφώσουν.
Καμιά φορά με ρωτούν οι δημοσιογράφοι: Χρόνη, έχεις μετανιώσει για τη ζωή σου; Λέω όχι. Όχι! Τί πιο ωραίο να πεθαίνεις για ένα όραμα, για έναν όμορφο μύθο, απ’ το να ζεις συνεχώς μια χαμοζωή; Εμείς, λοιπόν, ταξιδέψαμε σ’ έναν υπέροχο μύθο, σ’ ένα πάρα πολύ όμορφο όραμα. Τώρα, αν αυτό στο τέλος της ζωής μας κατάντησε εφιάλτης, αυτό είναι άλλο θέμα, είπαμε, είναι θέμα της εξουσίας.
Αν είχα τη δυνατότητα να γυρίσω τα χρόνια πίσω, και με τη γνώση που έχω σήμερα, τι θα άλλαζα; Όλα! Πρώτα απ’ όλα πήραμε μια εμπειρία από την εξουσία, από την ιστορία, και υπήρχε και μια διαφορετική πραγματικότητα, ένα διαφορετικό μέτωπο από αυτό που δίναμε τις μάχες. Εμείς δώσαμε μάχες χαρακωμάτων, υπερασπιστήκαμε τη δημοκρατία, υπερασπιστήκαμε τα ανθρώπινα δικαιώματα, δεν είδαμε την κρίση που ερχόταν… Και σε ότι αφορά τις μεταλλαγές της ιδεολογίας από τη στιγμή που έγινε εξουσία η Σοβιετική Ένωση, και σε ότι αφορά την επερχόμενη κρίση του πλανήτη, μέσω της εξέγερσης της βιομηχανικής επανάστασης κλπ., τα οποία τα θεωρούσαμε, τότε, ευλογία Θεού! Δεν είναι τυχαίο ότι ο Λένιν έλεγε ότι εξηλεκτρισμός και βαριά βιομηχανία είναι τα δυο πόδια που θα οικοδομήσουν τον κομμουνισμό.
Και φτάσαμε στο Τσερνομπίλ και σε άλλου είδους ιστορίες, και στη συνάντηση καπιταλισμού και υπαρκτού σοσιαλισμού σε ότι αφορά τις πρακτικές για το περιβάλλον, για τα χημικά στις διατροφές των ανθρώπων και όλα αυτά. Δεν είναι τυχαίο ότι δυο από τις μεγαλύτερες λίμνες του κόσμου, η λίμνη της Βαϊκάλης και η λίμνη του Μίσιγκαν και οι δυο είναι μολυσμένες. Δεν υπερασπιστήκαμε, τότε, τέτοια πράγματα.
Σήμερα, μια σημαντική λέξη είναι η λέξη «βιότοπος». Τι σημαίνει; Σημαίνει βιώνουμε μαζί, κι αυτό είναι πάρα πολύ σημαντικό. Γιατί βιώνουμε μέσα στην διαφορετικότητά μας κι όχι σε κάποια ομπρέλα ιδεολογική η οποία μπορεί να μας οδηγεί σε διαφωνίες και σε συγκρούσεις όπως αυτές που συντηρούνται σήμερα μέσα στον χώρο της αριστεράς, οι οποίες δεν έχουν κανένα νόημα.
Όσο για έναν… εμπνευσμένο αρχηγό και ηγέτη εγώ πιστεύω πάρα πολύ ότι σε μια κοινότητα, η συλλογική γνώμη είναι πολύ πιο ασφαλής και πιο ισχυρή από οποιονδήποτε ηγέτη.
Στο άλλο σημείο στο οποίο επίσης έχω διαφωνία με τον όποιον ηγέτη και την ιδεολογία, είναι ότι πιστεύω στο αυθόρμητο των ανθρώπων, δηλαδή, μέσα σε αυτή τη διαδικασία ανατροπής ή επανάστασης πρέπει να αναπτυχτεί ένα κίνημα όχι καθοδηγούμενο αλλά αυθόρμητο. Ένα κίνημα που γεννιέται από τη συνείδηση των ανθρώπων που ξέρουν που πάνε και ξέρουν τι θέλουν. Διαφορετικά, κινδυνεύουμε να ξαναγυρίσουμε σε μορφές εξουσιαστικές, κι αυτή τη στιγμή που σου μιλάω, εγώ ασκώ εξουσία.
Διότι υποτίθεται ότι είμαι η έδρα, ο καθηγητής, ο παντογνώστης, ο πολυγνώστης κλπ. Αυτό είναι μια εξουσία, όπως μια εξουσία είναι της μάνας προς το παιδί ή του πατέρα προς το παιδί ή όλα αυτά που συμβαίνουν γύρω μας. Πιστεύω λοιπόν στο αυθόρμητο των μαζών που παλιότερα εμείς οι κουμουνιστές καταριόμασταν σαν αναρχικό. Σήμερα μπορεί κανένας άνθρωπος να ορίσει τι σημαίνει αναρχικός; Βρισκόμαστε μέσα σε ένα σύστημα το οποίο είναι δομημένο με ανήθικους τρομοκρατικούς και βάρβαρους κανόνες. Το να αρνηθείς τους κανόνες και τη θέσπιση αυτού του συστήματος τι σημαίνει, ότι είσαι αναρχικός;
Με αυτή την έννοια είμαστε όλοι αναρχικοί! Γιατί όλοι αναζητούμε το κάλλιστο.
Εγώ δεν ψήφισα κι ούτε θα ψηφίσω. Τι να πάω να ψηφίσω δηλαδή, να μας κοροϊδεύουνε με τη θέληση μας; Δεν πάω. Μου λένε οι άλλοι, μα ξέρεις το άκυρο είναι καλύτερο και το λευκό είναι… Ε, δε μ’ ενδιαφέρει! Με πήρε κι ο Μίκης με την κίνηση που έκανε και του λέω, βρε Μίκη μου, πρώτα πρώτα είναι τρελό στα ογδόντα μου να ξαναγίνω πολιτικός, όταν ξέρω τι σημαίνει πολιτική. Δεύτερον, εμένα με ενδιαφέρει η επόμενη μέρα. Δηλαδή αν αυτή τη στιγμή ανατρεπόταν αυτή η κυβέρνηση, η λεγόμενη κυβέρνηση, τι θα προκύψει; Άλλη μια κυβέρνηση με τα ίδια πάλι, με το ίδιο στήσιμο, με τα ίδια πράγματα; Εγώ βρίσκομαι στην άλλη όχθη! Δεν γουστάρω αυτό το σύστημα, δεν γουστάρω καπιταλισμό, δεν γουστάρω νεοφιλελευθερισμό, δε γουστάρω συγκεντρωτισμό, δε γουστάρω αυτά τα πράγματα! Θέλω μικρές κοινότητες, αυτόνομες, σε ανθρώπινα μέτρα να μπορέσουμε να ζήσουμε σαν άνθρωποι. Έχω μια άλλη λογική, μια άλλη αντίληψη για το πώς οργανώνεται η κοινωνία.
Ξέρω πια τι σημαίνει πολιτική. Δεν γίνεται. Κατ’ αρχήν στην Ελλάδα δεν έχουμε το στοιχειώδες. Δεν έχουμε έναν στοιχειώδη πολιτικό πολιτισμό, γιατί αυτά τα καθίκια δεν μπορούν να τα βρουν μεταξύ τους. Η πατρίδα κινδυνεύει, η πατρίδα βουλιάζει, και πολεμάν σαν κατίνες ο ένας τον άλλον, εσύ έκανες εκείνο στο αυτό κι εσύ έκανες το άλλο. Δεν έχουν την παλικαριά, την εντιμότητα να κάτσουν σε ένα τραπέζι και να αφήσουν τις κατινιές στην άκρη και να κουβεντιάσουν. Είναι τυχαίο; Μα ένας δεν αυτοκτόνησε απ’ αυτούς εδώ τριανταπέντε χρόνια; Ένας δεν ζήτησε συγγνώμη, ένας δεν παραιτήθηκε;
Γι αυτό λέω, ότι είναι πρόβλημα συνείδησης και όχι ιδεολογίας; Είναι πρόβλημα συμπεριφοράς κι όχι ιδεολογίας.
Και δυστυχώς, πιστεύω, ότι εμείς ήμασταν οι… τελευταίοι των Μοικανών. Σε εμάς το σύστημα ασκούσε σωματική βία, μας έκλεινε φυλακή, μας βασάνιζε, μας χτυπούσε για να μας υποτάξει. Για τις σημερινές γενιές είναι πιο δύσκολα. Τους κάνουν λοβοτομή, τους απορροφά το σύστημα συνεχώς μέσα στη μηχανή του κέρδους, δεν τους αφήνει περιθώρια ούτε να οραματιστούν, ούτε να φανταστούν, τους αφαιρεί την κριτική σκέψη. Την ψυχή!
Κι ας είμαστε η χώρα των μεγάλων ποιητών. Κανένας λαός δέκα εκατομμυρίων δεν έχει τρία νόμπελ και ένα βραβείο Λένιν. Και μάλιστα, θα υπήρχαν κι άλλοι που θα έπρεπε να πάρουν το νόμπελ και δεν το πήραν… αλλά τέλος πάντων.
Θυμάμαι, τον Βάρναλη… ήμασταν ένα βράδυ στη Βουκουρεστίου και θέλαμε να ανεβούμε στη Δεξαμενή και λέει ο Βάρναλης του Κορνάρου «κουμπάρε περίμενε λιγάκι να περάσει κανένα ταξί να μας πάρει να ανεβούμε πάνω. Ε, περιμέναμε, και σε λίγο βλέπουμε μια ωραία γυναίκα να περπατάει και τότε λέει ο Βάρναλης «κουμπάρε, ήρθε ταξί, πάμε! Άμα βλέπουμε αυτή μπροστά μας… φτάνουμε!». Ο Βάρναλης, ήταν καταπληκτικός άνθρωπος και διαφορετικός, και δεν υπάρχει άλλος στίχος που να περιγράφει σήμερα την κατάντια του ελληνικού λαού “Δειλοί, μοιραίοι, κι άβουλοι αντάμα προσμένουν, ίσως, κάποιο θάμμα”. Όπως έχουμε και μεγάλους λογοτέχνες και γυναίκες, τη Σωτηρίου και άλλες. Είχαμε καλή λογοτεχνία. Τώρα δεν έχουμε τίποτα! Α, ο Μακριδάκης είναι καλός.
Τολμάτε ρε, τολμάτε! Γράψτε αυτό που θέλετε, αυτό που σκέφτεστε. Εγώ έγραφα, κι έγραφα με την ψυχή, κι όταν με είπαν συγγραφέα πρώτη φορά τα ‘χασα! Μα, σοβαρά μιλάτε ρε παιδιά, συγγραφέας; Δεν είχα καμία τέτοια πρόθεση απλά στις παρέες, στον κήπο τους έλεγα ιστορίες και μου έλεγαν, ρε Χρόνη γιατί δεν τα γράφεις αυτά τα πράγματα; Κι έτσι βγήκε.
Γιατί τα βιώματα ήταν ουσιαστικά. Κατάλαβες; Ζούσαμε. Είχε συνέχεια η ζωή μας, δεν ήταν αυτή η γκρίζα καθημερινότητα, αλλά ήταν μεγάλο κατόρθωμα να παραμείνεις άνθρωπος.
Ήταν πολύ σημαντικό να μπορείς να κοιτάξεις τη μάπα σου το πρωί στον καθρέφτη και να πεις, «είμαστε εντάξει ρε μάγκα, πάμε». Δεκαεφτά χρονών παιδί ήμουν και καταδικασμένος για θάνατο, κι εγώ τους έγραφα… Τώρα, βέβαια, λέω για “τί”;
πηγή
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου