Σεπτέμβρης, ο μήνας που παραδοσιακά είναι ταυτισμένος με το άνοιγμα των σχολείων, που φέτος βέβαια θα γίνει (την ερχόμενη Δευτέρα) με τεράστιες ελλείψεις, καθώς οι καθηγητές κι οι δάσκαλοι έσπευσαν να αποχωρήσουν από την υπηρεσία (και ποιος τους αδικεί;) πριν τους κουτσουρέψει κι άλλο τις συντάξεις η λαίλαπα αυτών που βάλθηκαν να μας διδάξουν να ζούμε Δίχως Να Τρώμε. Σεπτέμβρης λοιπόν αφιερωμένος στα παιδιά και στην παιδεία και σ’ αυτή τη μεγάλη οικογένεια θα είναι αφιερωμένο το σημερινό σημείωμα.
Το παιδί προέρχεται από το παιδίον, που είναι υποκοριστικό της αρχαίας ελληνικής λέξης παις. Παις ήταν κατά βάση το τέκνο, αγόρι ή κορίτσι (αν και θα βρείτε και σε αρχαία κείμενα, π.χ. στους Νόμους του Πλάτωνα, διατυπώσεις που θυμίζουν το υποτιθέμενο νεοελληνικό ή μανιάτικο «δυο παιδιά και τέσσερα κορίτσια»). Παις ήταν και γενικά το άτομο νεαρής ηλικίας (εδώ ταιριάζει και το «Έλληνες αεί παίδες» που είπε τάχα ο Αιγύπτιος στον Σόλωνα), αλλά παις ήταν στ’ αρχαία και ο υπηρέτης, ακόμα και ηλικιωμένος -- σημασία που επίσης επιβιώνει ή επιβίωνε μέχρι πρόσφατα, στο «παιδί» των μπακάλικων και των άλλων μαγαζιών, που μπορεί καμιά φορά να ήταν μεγάλος στην ηλικία, αν και συνήθως ήταν νέος.
Από τη λέξη παις φτιάχτηκαν δυο σημαντικά ρήματα, το παίζω και το παιδεύω. Και τα δυο διατηρούνται ως τα σήμερα, αλλά το ένα έχει αλλάξει σημασία. Αρχικά «παιδεύω» σήμαινε «ανατρέφω, εκπαιδεύω κάποιον», όμως επειδή η εκπαίδευση συνοδευόταν από τιμωρίες, σιγά-σιγά, από τα ελληνιστικά κιόλας χρόνια, το ρήμα παίρνει και τη σημασία «ταλαιπωρώ, βασανίζω». Θα θυμάστε στη μετάφραση των Εβδομήκοντα των Παροιμιών της Παλαιάς Διαθήκης, ότι «oν αγαπά Κύριος παιδεύει»: η σημασία εδώ είναι τιμωρεί, όχι εκπαιδεύει, έτσι είναι η αγάπη. Αλλά και στην άλλη γνωστή παροιμία αμαρτίαι γονέων παιδεύουσιν τέκνα, που δεν είναι αρχαία, το παιδεύουν σημαίνει βασανίζουν, όχι μορφώνουν.
Πάντως, οι δυο σημασίες συνυπήρχαν για κάμποσο καιρό, έως και τον Μεσαίωνα, αφού στο λεξικό του Κριαρά βρίσκουμε π.χ. τη λέξη παιδεμένος να σημαίνει αλλού μορφωμένος κι αλλού βασανισμένος. Σήμερα βέβαια χρησιμοποιούμε το εκπαιδεύω για την αρχική σημασία και δεν υπάρχει σύγχυση, αν και μας έχει απομείνει το επίθετο παιδευτικός, και η παιδεία σημαίνει αποκλειστικά την εκπαίδευση, αν και ο κυρΜέντιος του Βάρναλη θα θυμάστε πως παραπονιόταν ότι «τα παιδιά, τα καλοπαίδια παραβγαίνανε στην παίδεια», συναγωνίζονταν δηλαδή ποιο θα τον βασανίσει περισσότερο.
Το άλλο σημαντικό ρήμα της οικογένειας είναι το παίζω, που δεν έχει αλλάξει σημασία. Δεν αποκλείεται στην αρχή να σήμαινε «συμπεριφέρομαι σαν παιδί, παιδιαρίζω», αλλά ήδη από τον Όμηρο πήρε σημασίες όπως τις σημερινές: παίζω παιχνίδια (πεσσούς, κύβους), παίζω μουσικά όργανα, αστειεύομαι, πειράζω κάποιον (Πάντως, σήμαινε και «χορεύω», ήδη από παλιά). Βέβαια, η διασημότερη αρχαία φράση με το παίζω είναι «τα παιδία παίζει», που όλοι την ξέρουμε σαν δείγμα αττικής σύνταξης.
Η ετυμολογική σχέση του παιδιού με το παιχνίδι δεν υπάρχει στις λατινογενείς και στις γερμανικές γλώσσες, αλλά πριν βιαστούμε να βγάλουμε από την ετυμολογία συμπεράσματα για το πόσο σοφοί ήταν οι αρχαίοι μας πρόγονοι που ανακάλυψαν ότι το παιχνίδι προσιδιάζει στη φύση των παιδιών και έχει παιδευτικό ρόλο, να σκεφτούμε ότι και σε καμιά από τις παραπάνω γλώσσες δεν υπάρχει και η σχέση παιδείας και βασανιστηρίων· κι αυτή μόνο στα ελληνικά αναπτύχθηκε -- κι αν δούμε πόσο πολύ βασανίζονται ολοχρονίς τα παιδιά μας για να περάσουν, εξουθενωμένα, σε κάποιο πανεπιστήμιο (και να βγουν απασχολήσιμοι των 400 ευρώ) θα βρούμε εύστοχη την ετυμολόγηση.
Και σήμερα το ρήμα παίζω είναι πολύμορφο, κυριολεκτικά και μεταφορικά: παίζουμε ποδόσφαιρο ή σκάκι, μπιρίμπα ή βιολοντσέλο, ζάρια ή Άμλετ. Και μεταφορικά όμως, μπορεί να παίζει κανείς με τη φωτιά, να παίζει το κεφάλι του κορώνα γράμματα ή να τα παίζει όλα για όλα όταν διακινδυνεύει, να παίζει με τον πόνο μας, να παίζει κάτι στα δάχτυλα αν το ξέρει καλά, να παίζει με ανοιχτά ή με κλειστά χαρτιά, κάποτε να παίζει διπλό παιχνίδι, μπορεί να μας παίζει όπως η γάτα το ποντίκι, ή να παίζει εν ου παικτοίς, όταν ασχολείται επιπόλαια με πράγματα σοβαρά, αλλά και να παίζει η κοιλιά του ταμπουρά όταν έχει πείνες, όχι παίζουμε, δεν είναι παίξε-γέλασε εδώ! Πάντως, το κρητικό και το κυπριακό «παίζω» με τη σημασία «χτυπάω, πυροβολώ» (του παίξανε δυο μπαλωθιές) δεν είναι από το παίζω, αλλά από το παίω.
Αλλά δεν τελειώσαμε. Κάποιος το παίζει κάτι όταν προσποιείται, ας πούμε το παίζει μεγάλος πολιτικός (ενώ είναι σκερβελές). Και βέβαια υπάρχει η νεότερη ορμητική εξέλιξη του παίζω που στέκεται μόνο του σαν απρόσωπο ρήμα με σημασίες «ενδέχεται, είναι πιθανό, είναι εφικτό». Και μέσα σ’ όλα αυτά έχουμε το υπουργείο Παιδείας, ή «Υπουργείο χάριν παιδιάς» που το είχε βαφτίσει ο Γ. Καλατζής, το οποίο και παίζει, με τα νεύρα καθηγητών, μαθητών και γονιών, αλλά και παιδεύει. Παρ’ όλ’ αυτά, καλή σχολική χρονιά να έχουμε!
*Ο Νίκος Σαραντάκος είναι συγγραφέας, μεταφραστής και κατοικοεδρεύει στο sarantakos.wordpress.com
τα παιξαμε!
ΑπάντησηΔιαγραφή