τα εν οίκω... εν δήμω
Επικοινωνία: peramahalas@gmail.com

Κυριακή 27 Ιανουαρίου 2013

Κυνηγοί... σκουπιδιών, φαντάσματα της πόλης

Πριν καλά-καλά ξημερώσει, ο ήχος ενός καροτσιού "γρατζουνά" τους φιλήσυχους -τέτοιες ώρες- δρόμους της Αθήνας. Ανά διαστήματα σταματά. Ο "ιδιοκτήτης" του ελπίζει ότι βρήκε το επόμενο... μεροκάματο. Η σοδειά του όμως δεν είναι πλούσια. Με εξαίρεση ένα καπάκι κατσαρόλας, δεν ξεθάβει κάτι άλλο. Κάποιος τον πρόλαβε, είτε είχε περάσει προ ολίγου το σκουπιδιάρικο. Προχωρώντας λίγο πιο κάτω μαθαίνει την αλήθεια. Δεν αισθάνεται θυμό που του πήρε τη... λεία ένας συμπατριώτης του. Ανάμεσά τους υπάρχει σεβασμός. Όχι λόγω εθνικότητας, αλλά επειδή όποιος "κάνει αυτό το επάγγελμα καταλαβαίνει και πόσο δύσκολο είναι και τι περνάμε κάθε μέρα".

Στα 24 ο Ιμπραχίμ πήρε την απόφαση να αφήσει το Μπαγκλαντές και να μεταναστεύσει στην Ελλάδα. "Μας έλεγαν ότι θα βρούμε δουλειά με καλά χρήματα. Όταν ακούς Ελλάδα αυτό σκέφτεσαι, αν και πιστεύω ότι σιγά-σιγά καταλαβαίνει ο κόσμος πως πλέον τα πράγματα έχουν δυσκολέψει πολύ εδώ", λέει στην "Αυγή". Χρειάστηκαν πάνω από "6.000 ευρώ για να έρθω στη χώρα. Έδωσα 6.000 ευρώ για να φτάσω να παίρνω εδώ 6 ευρώ τη μέρα". Το χειρότερο για τον ίδιο είναι "πως άφησα τη δουλειά μου σε ένα εργοστάσιο στο Ντουμπάι, επειδή νόμιζα ότι εδώ είναι ο... παράδεισος. Το σκέφτομαι και τρελαίνομαι".
Εδώ και δύο χρόνια ψάχνει σκουπίδια. "Ζωή είναι αυτή;" αναρωτιέται. "Μαζεύω όσα περισσότερα μπορώ. Από μέταλλα μέχρι κούτες και χαρτόνια. Θέλω να συγκεντρώσω σιγά-σιγά κάποια χρήματα και να φύγω, διότι τώρα δεν μπορώ". Ξέχωρα από τις δύσκολες συνθήκες, αυτό που εξοργίζει τον Ιμπραχίμ είναι "ότι δεν μας σέβονται. Μας βρίζουν και μας χτυπούν, λες κι ενοχλούμε κανέναν. Όταν ακούω ότι χτυπούν κάποιον από το Μπαγκλαντές, νιώθω ότι χτυπούν την οικογένειά μου". Στον ίδιο δεν έχει τύχει κάποια επίθεση μέχρι στιγμής, όμως "δεν μπορείς να μην αντιδράς".
"Για να έρθω στην Ελλάδα, πούλησα γη"
Ο 47χρονος Σουλτάν δεν φανταζόταν ποτέ ότι στην ηλικία του θα βρισκόταν σε ξένη χώρα και θα έψαχνε τα σκουπίδια για να ζήσει. Κάθε μέρα ξυπνάει νωρίς το πρωί, παίρνει το καρότσι του και τριγυρνά από κάδο σε κάδο στο κέντρο της πρωτεύουσας. "Όταν ήμουν στην πατρίδα, έκανα άλλη δουλειά, ήμουν αγρότης. Δεν μπορούσαμε να ζήσουμε όμως. Τα λεφτά ήταν πολύ λίγα. Τότε σκεφτήκαμε την Ελλάδα". Ο Σουλτάν δουλεύει από μικρό παιδί. Ζει για την οικογένειά του. Ονειρεύεται τις κόρες του, ηλικίας 7, 8 και 9 χρόνων, στο Πανεπιστήμιο. "Αν σπουδάσουν, μπορούν να τα καταφέρουν. Να ζήσουν καλύτερα από εμένα".
Κάθε μήνα στέλνει στην οικογένειά του όσα χρήματα βγάζει. Για τον ίδιο δεν κρατά κάτι. Ζει μαζί με άλλους συμπατριώτες του και φορά... κουρέλια. Μοναδικός του σκοπός είναι να μαζέψει όσα μέταλλα μπορεί στο καρότσι του. Στην πατρίδα, εκτός από λεφτά, στέλνει και "φωτογραφίες. Θέλω να ξέρουν ότι είμαι καλά και ότι δεν είμαι σε αυτή την κατάσταση". Συμπατριώτες του βοηθούν σε αυτό. "Πάνε πολλοί, που θέλουν να κάνουν το ίδιο".
Όταν πήρε την απόφαση να έρθει στην... Ευρώπη, είχε διαφορετικά σχέδια. "Προφανώς δεν περίμενα ότι θα ζούσα έτσι. Δεν φανταζόμουν τον εαυτό μου πλούσιο, αλλά ούτε και να κάνει αυτή τη δουλειά". Για να φτάσει στη χώρα μας "πούλησα γη. Έδωσα 10.000 ευρώ για να έρθω στην Ελλάδα και τώρα δεν μπορώ να γυρίσω πίσω, αλλά, και να γυρίσω, ειλικρινά δεν ξέρω πώς μπορώ να τα καταφέρω. Δεν υπάρχουν δουλειές ούτε εκεί".
Πλέον όμως τόσο ο Σουλτάν όσο και ο Ιμπραχίμ δεν βλέπουν μόνο συμπατριώτες τους να τρέχουν από κάδο σε κάδο. Στον χώρο, τα τελευταία χρόνια έχουν διεισδύσει πολλοί Έλληνες. Άνθρωποι που βρέθηκαν στο μάτι του κυκλώνα. Η κρίση τούς διέλυσε. Έχασαν δουλειές, σπίτια, το δικαίωμα να ζουν.
O Μ. ήταν παλιά υπάλληλος. Στα 50 του αναγκάστηκε να αλλάξει επάγγελμα και να βγάζει τουλάχιστον το "φαγητό και τα τσιγάρα μου".
Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του, πλέον "το 1/3 όσων ασχολούνται με το επάγγελμα αποτελείται από Έλληνες. Έχουν μπει πάρα πολλοί σαν εμένα. Αν συνυπολογίσουμε τις σκούπες, τις προσαγωγές μεταναστών, την απέλαση πολλών από αυτών, τότε μπορούμε να μιλάμε με σιγουριά για ένα μεγάλο ποσοστό Ελλήνων στον χώρο. Παλαιότερα έκαναν κάποια άλλη δουλειά. Συνήθως ήταν χειρωνακτική. Δύσκολα μπλέκει με τα σκουπίδια κάποιος... γραφιάς"
Όπως δύσκολα θα δει κανείς "και νέους. Οι περισσότεροι είναι πάνω από 40, επειδή έτυχε να χάσουν τη δουλειά τους, σαν εμένα". Στόχος όλων είναι να "ξεκολλήσουν από τον πάτο της πυραμίδας. Η εικόνα των ανθρώπων με τα καρότσια είναι ένα μέρος της πραγματικότητας. Υπάρχουν πολλοί που προσπαθούν, όπως σε όλες τις δουλειές. Η απόκτηση ενός τρίκυκλου είναι ένα σημαντικό βήμα προς αυτή την κατεύθυνση".
Στην ανακύκλωση υπάρχουν διάφορες διαβαθμίσεις. Πρώτη είναι η περισυλλογή με τα χέρια, μετά είναι όσοι δουλεύουν για τους ιδιοκτήτες των τρίκυκλων και στην κορυφή της οι ίδιοι οι ιδιοκτήτες. Ένα τρίκυκλο κοστίζει περίπου 4.500-5.000 ευρώ. Μπορεί να αποφέρει όμως σύντομα σημαντικά κέρδη, αν και εφόσον γεμίσει την καρότσα του με αρκετό υλικό. "Είναι αυτονόητο πως έχει μεγάλη διαφορά να προσπαθεί να βγάλεις μισθό με ένα καροτσάκι του σούπερ μάρκετ απ' ό,τι μ' ένα όχημα".
Τα μέταλλα πάνε αρχικά σε μικρές μάντρες-σκραπατζίδικα, τα οποία δέχονται ποσότητες ίσες με 100 κιλά έως κι ένα τόνο. Έπειτα αυτά πωλούνται σε μεγάλους εμπόρους σκραπ, για να καταλήξουν σε μεγάλες βιομηχανίες και χαλυβουργίες. Το πρόβλημα για εκείνον εντοπίζεται στο ότι "το όφελος για έναν άνθρωπο που μοχθεί καθημερινά αμέτρητες ώρες είναι πολύ μικρότερο από αυτόν που το αγοράζει αρχικά". Ενδεικτικά, ένας τόνος αλουμινίου κοστολογείται περίπου στα 900 ευρώ, ένας τόνος χαρτί (που μπορεί να κουβαληθεί πιο εύκολα) μόλις 50 ευρώ, ένας τόνος πλαστικά από 50 έως και 250 ευρώ, ενώ στα 150 ευρώ κοστολογείται ένας τόνος σίδηρος και στα 900-1.200 ένας τόνος αλουμίνιο.
 
"Αντί για κλέφτες, κυνηγοί σκουπιδιών"
Ο κ. Κωνσταντίνου, υπεύθυνος για τις παραλαβές μετάλλων από τα σκραπατζίδικα στην "Ελληνική Χαλυβουργία" ανέφερε στην "Α" ότι "καθημερινά καταφτάνουν ποσότητες 500 τόνων. Εμείς συνεργαζόμαστε με εταιρείες σκραπ. Δεν γνωρίζουμε όμως τις τιμές με τις οποίες αγοράζουν το κάθε μέταλλο, πώς αυτό φτάνει στα χέρια τους".
Πρόκειται όμως για σημαντική λεπτομέρεια. Σύμφωνα με τον πρόεδρο της Οικολογικής Εταιρείας, Φίλιππο Κυρκίτσο, "μιλάμε για καθεστώς 'μαύρης' οικονομίας. Οι ρακοσυλλέκτες δεν φαίνεται ότι εργάζονται κάπου. Δεν πληρώνουν φόρους. Την ίδια ώρα οι σκραπατζήδες παίρνουν υλικά χωρίς παραστατικά. Εμφανίζονται ότι τα συλλέγουν οι ίδιοι και στη συνέχεια τα δίνουν σε μεγαλύτερες εταιρείες, οι οποίες βγάζουν παραστατικά, αλλά αυτό δεν λύνει το πρόβλημα". Αυτός ήταν ίσως και ο λόγος που, σε προσπάθειά μας να επικοινωνήσουμε με σκραπατζίδικα στην περιοχή των Θρακομακεδόνων, αντιμετωπιστήκαμε ως... ΣΔΟΕ.
Από την άλλη πλευρά, "χιλιάδες άνθρωποι δεν στρέφονται στην εγκληματικότητα". Ένας από τους βασικούς λόγους που πολλοί μετανάστες καταφεύγουν στην ανακύκλωση είναι ότι τόσο στο Πακιστάν όσο και στο Μπαγκλαντές ένα σημαντικό κομμάτι της οικονομίας στηρίζεται στον συγκεκριμένο τομέα. Γνωρίζουν τη δουλειά, επομένως δεν πρόκειται για κάτι που δεν τους φαίνεται οικείο πολλές φορές. Αυτό δεν σημαίνει βέβαια ότι θέλουν και να το κάνουν.
"Μάλλον δεν θέλουν", απαντά ο Τζαβέντ Ασλάμ, πρόεδρος της Πακιστανικής Κοινότητας. "Κανείς δεν θέλει να κάνει αυτή τη δουλειά. Όλο και περισσότεροι φεύγουν. Μαζεύουν λεφτά και πηγαίνουν είτε σε άλλη χώρα είτε πίσω. Ο μόνος λόγος που κάνουν αυτή τη δουλειά είναι επειδή δεν θέλουν να γίνουν κλέφτες".
Αυτό "είναι το τίμημα", σχολιάζει ο κ. Κυρκίτσος. Από το να βγαίνουν έξω στον δρόμο και να κλέβουν, προτιμούν να εργάζονται "υπό πολύ άσχημες συνθήκες. Να είναι εκτεθειμένοι στο κρύο και τη ζέστη. Είναι τελείως διαφορετικό να εργάζεσαι σε μονάδες καθαρισμού από το να πηγαίνεις με γυμνά χέρια και χωρίς καμία προστασία να μαζέψεις σκουπίδια. Αυτοί οι άνθρωποι εκτίθενται περισσότερο. Όταν αποσυναρμολογούνται ηλεκτρικές συσκευές και ελευθερώνουν επικίνδυνες χημικές ουσίες, η υγεία τους τίθεται σε άμεσο κίνδυνο. Σοβαρό πρόβλημα υπάρχει και με όσους προσπαθούν να ανακτήσουν τον χαλκό από τα καλώδια και όταν καίνε το περίβλημα, παράγονται διοξίνες pvc, πoυ μολύνουν τη γύρω περιοχή".
 
"Από αυτό που προσπαθούμε να ζήσουμε, από αυτό θα πεθάνουμε"
Ο πρόεδρος των Ελλήνων Τσιγγάνων, Γιάννης Χαλιλόπουλος, περιγράφει ένα περιστατικό που βίωσε ο ίδιος. "Κάποια στιγμή βλέπω έναν πατέρα με το παιδί του να καίνε μαζί καλώδια. Του φωνάζω, του λέω 'τι κάνεις;'. Μου εξηγεί ότι το παιδί του επιμένει να βρίσκεται κοντά του και δεν τον ακούει. Γενικά όμως δεν υπάρχει επίγνωση του κινδύνου. Όμως δεν υπάρχει και ενδιαφέρον από την Πολιτεία. Αν δεν μας θέλει, ας μας αφήσει να τα αναπνέουμε, αργά ή γρήγορα από αυτό που προσπαθούμε να ζήσουμε, από αυτό θα πεθάνουμε". Οι τσιγγάνοι έχουν κτίσει μια μακρά παράδοση στον τομέα της ανακύκλωσης. Αυτό που ζητούν είναι να μην "γίνεται τσουβαλοποίηση. Υπάρχουν τσιγγάνοι που κλέβουν, όπως, για παράδειγμα, καπάκια από υπόνομους, αλλά δεν είμαστε όλοι έτσι. Το αντίθετο. Η πλειοψηφία προσπαθεί να βγάλει το ψωμί της τίμια", αλλά και να τους αντιμετωπίσει το κράτος με ισότητα απέναντι σε όλα τα ζητήματα. "Να έχουμε ίσες ευκαιρίες για μόρφωση και επαγγελματική απασχόληση".
 
"Σημαντικό οικολογικό έργο υπό προϋποθέσεις"
Χιλιάδες άνθρωποι αναγκάζονται, χωρίς τις ελάχιστες προφυλάξεις, να ρισκάρουν την υγεία τους για λίγα ψίχουλα. Η προσφορά τους όμως είναι δυσανάλογη. "Όσοι παίρνουν σκουπίδια από τους πράσινους κάδους, επιτελούν σημαντικότατο οικολογικό έργο. Αντί να καταλήγουν χρήσιμα αντικείμενα στη χωματερή, πηγαίνουν για ανακύκλωση". Δεν ισχύει όμως το ίδιο και για τους μπλε, "καθώς εκεί ούτως η άλλως τα σκουπίδια αξιοποιούνται. Κατά συνέπεια, τα έσοδα που προκύπτουν από την ανακύκλωση των απορριμμάτων που συγκεντρώνονται στους μπλε κάδους μειώνονται. Η λύση φυσικά δεν είναι να ρίξουμε το φταίξιμο σε ανθρώπους που δεν έχουν να φάνε και αναγκαστικά στρέφονται σε λύσεις ανάγκης. Εμείς προτείνουμε ως Οικολογική Εταιρεία να ενταχθούν αυτοί οι άνθρωποι κανονικά στα εθνικά συστήματα ανακύκλωσης και να μπορέσουν να εργαστούν χωρίς να θέτουν σε κίνδυνο την υγεία τους, αλλά και να εξοικονομούνται υψηλότερα έσοδα για το κράτος", υποστηρίζει ο κ. Κυρκίτσος.
 
"Η αλληλεγγύη δεν πάει με την τσέπη"
Ο Μ. φαίνεται πως έχει διαφορετική άποψη όσον αφορά το πού καταλήγει ο κόπος του. "Η Πολιτεία μάς αντιμετωπίζει σαν σκουπίδια. Εργαζόμαστε στα σκουπίδια και το έργο μας καταλήγει στα σκουπίδια. Κατά κάποιο τρόπο ανακυκλωνόμαστε κι εμείς". Κι αυτό διότι "η ανακύκλωση δεν επιστρέφει στον απλό πολίτη. Κέρδη βγάζουν συγκεκριμένες εταιρείες και τα καρπώνονται συγκεκριμένοι άνθρωποι. Δεν επιστρέφει στον κόσμο αυτό που πετά, στις περισσότερες των περιπτώσεων τουλάχιστον".
Αυτός είναι κι ένας λόγος που δυσκολεύεται ο ίδιος να δώσει ένα όνομα στο επάγγελμα που ασκεί. "Το 'χω σκεφτεί πολλές φορές. Σίγουρα δεν είμαστε εργαζόμενοι. Είμαστε αυτοαπασχολούμενοι. Εργαζόμενοι είναι όσοι δουλεύουν σε οργανωμένα μαγαζιά. Άνθρωποι σαν εμάς αναγκάζονται να κάνουν τη δουλειά, χωρίς να μπορούν κάποιες μέρες να βγάλουν τίποτα. Είμαστε κυνηγοί σκουπιδιών. Αυτό είμαστε".

Ανεξαρτήτως των δυσκολιών που αντιμετωπίζουν όμως, δεν ξεχνούν ότι είναι πάνω από όλα άνθρωποι και, όπως κι εκείνοι, υπάρχουν πολλοί ακόμα που βιώνουν στο πετσί τους την εξαθλίωση. "Είναι αρκετές οι περιπτώσεις που γνωρίζω όπου άνθρωποι βρήκαν ρούχα και τα έδωσαν σε δίκτυα αλληλεγγύης ή σε ανθρώπους που γνώριζαν ότι είχαν ανάγκη. Η αλληλεγγύη δεν πάει με την τσέπη".

πηγή

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου