Υπάρχει μια παλιά ουγγρική ταινία, ομότιτλη του κειμένου, όπου οι κατάδικοι ενός στρατοπέδου συγκέντρωσης αντιμετωπίζουν τους Γερμανούς δυνάστες τους, σ’ έναν ποδοσφαιρικό αγώνα, υπό το βλέμμα του διοικητή τους. Στο φιλμ αυτό του Ζόλταν Φάμπρι οι ομοιότητες με την πραγματικότητα και τον προχθεσινό αγώνα Ελλάδας – Γερμανίας είναι συμπτωματικές, όπως άλλωστε συμβαίνει σε όλες τις ταινίες. Υπάρχουν, όμως, κι άλλες ομοιότητες, βγαλμένες από τις γραμμές του «Μικρού Ήρωα»...
Η ξανθιά επιβλητική κυρία σήκωσε το τηλέφωνο του πρωθυπουργικού γραφείου της Καγκελαρίας. Γύρισε αρκετές φορές νευρικά τη μανιβέλα της συσκευής, όπως τότε, το χειμώνα του ’41. Με σαφή κι έντονο τρόπο έδωσε την εντολή: «Χερ Γκενεράλ Λεβ, αυτοί οι άθλιοι Έλληνες είναι και πάλι μπροστά στο δρόμο μας, όπως τότε. Βρίσκουν πάντα κάτι ηλίθιους, σαν τους Ιταλούς και τους Ρώσους και νομίζουν ότι μπορούν να αντιστέκονται συνεχώς. Θέλω το γήπεδο του Γκτανσκ να θυμίσει Ρούπελ. Θέλω απόλυτη ισοπέδωση και βομβαρδισμό για ενενήντα λεπτά. Θέλω τέσσερα γκολ. Να φανεί η απόλυτη κυριαρχία μας.. Ξέρετε εσείς τι πρέπει να κάνετε, στρατηγέ μου.»
Πράγματι, ο στρατηγός – προπονητής Λεβ ήξερε τι έπρεπε να κάνει. Διέταξε τους ένδεκα στρατιώτες του να ξεκινήσουν τους βομβαρδισμούς με κανόνια 14 ιντσών, όπως του Γκέμπεν και του Μπρεσλάου. Τα πολυβόλα θα γάζωναν κάθε γαλανόλευκο που θα τολμούσε να ξεμυτίσει από την μεγάλη περιοχή. Ρα-τα-τα οι ριπές, το βαρύ πυροβολικό κονιορτοποιούσε ό,τι κινούνταν στην ελληνική μικρή περιοχή, αλλά η κατάληψη αργούσε να έρθει. Ελληνικά χέρια και πόδια έφευγαν δεξιά και αριστερά αλλά η εστία δεν κυριευόταν. Όλα αυτά ως το 39ο λεπτό... Τότε κατέρρευσε η άμυνά μας .
Και όμως... Ενώ όλα τα σκιαζε η φοβέρα και τα πλάκωνε η σκλαβιά, δύο ελληνόπουλα, δύο σύγχρονοι Γιωργοθαλάσσηδες, ξέφυγαν από το συρματόπλεγμα που είχε τοποθετήσει η γερμανική κατοχή στο κέντρο του γηπέδου κι άρχισαν να τρέχουν προς την ελευθερία. Οι προβολείς από τα φυλάκια έπεσαν επάνω τους, οι Γερμανοί φρουροί άρχισαν να τους κυνηγάνε, αλλά εις μάτην. Το αντάρτικο σαμποτάζ είχε πετύχει, ο Γερμανός κατακτητής είχε δεχτεί ένα ντροπιαστικό πλήγμα στην υπεροψία του . Επαναδιαπραγμάτευση του ματς!
Το τηλέφωνο δίπλα στην καρέκλα του στρατηγού Λεβ κουδούνισε επανειλημμένα και ακόμη πιο νευρικά. Η ξανθιά επιβλητική κυρία έστειλε τη διαταγή της, ουρλιάζοντας: «Γκενεράλ Λεβ, τι είναι αυτά που βλέπω; Πάλι αυτοί οι Έλληνες; Θέλω τρία γκολ στα επόμενα δέκα λεπτά. Άιν Τσβάι Ντράι ... Κατάλαβες Γκενεράλ Λεβ; Επιστρατεύστε φλογοβόλα, επιστρατεύστε ό,τι έχετε, σε λίγο δεν θέλω να πετάει ούτε γαλάζιο κουνούπι στο γήπεδο. Ξέρετε εσείς από αντίποινα, όπως ξέρουν κι αυτοί!»
Η τρεμάμενη φωνή του Λεβ απάντησε μ’ ένα προσποιητά στεντόρειο «Γιαβόλ μάνταμ!» κι έσπευσε να βάλει μπρος το σχέδιο εξόντωσης.
Όλα φαίνονταν να έχουν εκτελεσθεί άψογα από τη γερμανική μηχανή. Είχαν σαρωθεί τα πάντα σε έκταση μισού γηπέδου. Η γερμανική μπότα, για μια ακόμη φορά, πατούσε την ελληνική περηφάνια. Ήταν η ώρα που ένας «Ελληνάκος» αποφάσισε ότι τίποτα δεν είχε τελειώσει. Με μια πονηρή ενέργεια κι ένα πεναλτάκι ξανασκοράρησε. Ένα γκολ που επέτρεψε στους Έλληνες να φύγουν με ψηλά το κεφάλι από το γήπεδο. Είχαν χάσει, αλλά δεν είχαν ταπεινωθεί.
http://tvxs.gr/news/egrapsan-eipan/dyo-imixrona-stin-kolasi-toy-basili-kexagia
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου