ΟΙ ΛΕΞΕΙΣ ΕΧΟΥΝ ΤΗ ΔΙΚΗ ΤΟΥΣ ΙΣΤΟΡΙΑ
του Νίκου Σαραντάκου
Πέρα από τις όποιες, πολλές και επιβεβλημένες, επιφυλάξεις για τους χειρισμούς της κυβέρνησης, δεν χωράει αμφιβολία ότι όλοι απολαύσαμε το θέαμα των αρχηγών της νεοναζιστικής συμμορίας να οδηγούνται με χειροπέδες στον ανακριτή –κι ακόμα περισσότερο το χάρηκαν οι κυνηγημένοι, οι μετανάστες που φοβούνταν να βγουν από τα σπίτια τους. Η χαρά βέβαια μάς βγήκε λιγάκι ξινή όταν, πριν λαλήσει καλά-καλά ο παροιμιακός κόκορας, ορισμένοι από την ηγεσία της συμμορίας, για την οποία είχε ανακοινώσει ο πρωθυπουργός εξ Αμερικής ότι «βρίσκεται στη φυλακή» αποφυλακίζονταν μοιράζοντας βρισιές, απειλές και χαστούκια –ευτυχώς, όχι ο φυρερίσκος. Οπότε, η στήλη δεν θα μπορούσε να έχει θέμα διαφορετικό από τα λεξιλογικά της ναζιστικής συμμορίας.
Η λέξη «ναζί» είναι δάνειο βέβαια στα ελληνικά, σύντμηση του Nationalsozialist, εθνικοσοσιαλιστής, μόνο που εμείς το πήραμε από τα γαλλικά, γι’ αυτό και το προφέρουμε έτσι – η γερμανική προφορά είναι «νάτσι». Το ίδιο το ναζιστικό καθεστώς απέφευγε τη σύντμηση και προτιμούσε ολόκληρο τον όρο – η διάδοση του όρου στο εξωτερικό έγινε από εξόριστους διαφωνούντες· σύμφωνα με κάποιες πηγές, μάλιστα, τη σύντμηση Nazi την προώθησαν αρχικά οι αντίπαλοι του εθνικοσοσιαλισμού, επειδή κατά σύμπτωση «νάτσι» ήταν το υποκοριστικό του ονόματος Ignatz, Ιγνάτιος, συχνού στη νότια Γερμανία και Αυστρία, που είχε πάρει τη σημασία «χαζούλης, αδέξιος».
http://enthemata.wordpress.com/2013/10/06/sarantakos-41/
Στα ελληνικά η λέξη απέκτησε και προσαρμοσμένο πληθυντικό, οι ναζήδες, χρησιμοποιήθηκε πολύ τον καιρό εκείνο και αναβίωσε με την εμφάνιση της νεοναζιστικής συμμορίας, αν και ένας από τους επιφανείς εξωραϊστές της Χρυσαβγής, ο ακραιοφιλελεύθερος κ. Τάκης Μίχας, αποδίδει αυτή τη νεότερη χρήση του όρου «ναζί» αντί του «εθνικοσοσιαλιστές» στον… ασφυκτικό έλεγχο «που ασκεί η εθνικομπολσεβίκικη Αριστερά στην πνευματική ζωή της χώρας»!
Ενδιαφέρον πάντως έχει ότι στη Σοβιετική Ένωση αποφευγόταν η χρήση των όρων «Ναζί» και «εθνικοσοσιαλιστές», ίσως για να μη μιαίνεται η λέξη «σοσιαλισμός», κι έτσι όλος ο τιτάνιος αγώνας που έδωσε ο σοβιετικός λαός για την απελευθέρωση της ανθρωπότητας ονομάστηκε αντιφασιστικός –τους φασίστες πολεμούσαν οι σοβιετικοί.
Ο φασισμός βέβαια εμφανίστηκε νωρίτερα, στην Ιταλία, αλλά σήμερα έχει αποσυνδεθεί από τις ρίζες του, ενώ ο ναζισμός είναι λέξη δεμένη με τον Χίτλερ και τη ναζιστική Γερμανία· ο φασισμός είναι λέξη που χρησιμοποιείται πολύ ευρύτερα -ο ναζισμός θεωρείται κάπως σαν υποσύνολο του φασισμού. Ναζιστική καταγγέλλουμε τη χρυσαβγίτικη συμμορία, αλλά σε αντιφασιστικές εκδηλώσεις συμμετέχουμε καταγγέλλοντάς την.
Ο φασισμός ετυμολογικά ανάγεται στον λατινικό όρο fascis, που θα πει δέσμη, και ειδικότερα fasces (πληθυντικός) ήταν ένα ρωμαϊκό έμβλημα εξουσίας, πιθανώς ετρουσκικής προέλευσης, που απαρτιζόταν από δέσμη ράβδων με έναν πέλεκυ στο μέσο. Στην Ιταλία, από τα τέλη του 19ου αιώνα, το όνομα fascio ή στον πληθυντικό fasci, σύνδεσμοι θα λέγαμε, το πήραν διάφορες ριζοσπαστικές οργανώσεις, θέλοντας να υπογραμμίσουν με το έμβλημα αυτό ότι η ισχύς βρίσκεται στην ένωση των καταπιεσμένων. Όταν ο Μπενίτο Μουσολίνι διαγράφτηκε το 1914 από το Ιταλικό Σοσιαλιστικό Κόμμα επειδή ήταν υπέρ του πολέμου, ίδρυσε τους Fasci di Azione Rivoluzionaria (Συνδέσμους επαναστατικής δράσης) και με το τέλος του πολέμου, όταν πια είχε απομακρυνθεί εντελώς και οριστικά από τον σοσιαλισμό, μετονόμασε την κίνησή του σε Fasci Italiani de combattimento (Ιταλικοί σύνδεσμοι μάχης), και στη συνέχεια ίδρυσε το 1921 το Εθνικό Φασιστικό Κόμμα (Partito Nazionale Fascista).
Στα ελληνικά ο όρος μεταφέρθηκε αμέσως και στις πρώτες εμφανίσεις του, στις αρχές της δεκαετίας του 1920 καμιά φορά διατηρείται ο ιταλοπρεπής πληθυντικός «οι φασίστι», αν και η λέξη εξελληνίστηκε πολύ γρήγορα, είτε στο παλιότερο «φασιστής» είτε στο «φασίστας» που τελικά επικράτησε.
Κατά σύμπτωση, ράβδο είχαν και οι πρώτοι Έλληνες φασίστες, αλλά την κρατούσαν στο χέρι. Όπως γράφει ο Άριστος Καμπάνης, ηγετική πνευματική μορφή του ελληνικού φασισμού, στην εφημερίδα Πρωτεύουσα το 1922, «ο Έλλην πολίτης ο οποίος αγρυπνεί διά την ασφάλειάν του με την ράβδον του και εν ανάγκη με το όπλον του. Ο πολίτης αυτός είναι ο φασιστής». Η ίδια εφημερίδα μάλιστα κυκλοφόρησε και φυλλάδιο με τίτλο «Ο φασίστας ή η φιλοσοφία της Κερασιάς»· με τη λέξη «κερασιά» ή «κερασέα» εννοούσαν τις χοντρές και σκληρές μαγκούρες από ξύλο κερασιάς, που είχαν μαζί τους οι φασίστες της εποχής, τάχα εξάρτημα της αμφίεσης αλλά στην πραγματικότητα φονικό όργανο, με τις οποίες άνοιγαν τα κεφάλια βενιζελικών, αριστερών ή προσφύγων τις εποχές που είχαν το πάνω χέρι, είτε τον καιρό της επιστρατικής τρομοκρατίας το 1916-17, είτε μετά τις εκλογές του Νοεμβρίου 1920.
Γύρω στα 1927 ιδρύθηκε και μια βραχύβια Ένωσις Ελλήνων Φασιστών, με επικεφαλής κάποιον Θεόδωρο Υψηλάντη, αποσπόρι της μεγάλης οικογένειας, αλλά οι καθαυτό φασίστες είχαν τη χάρη χωρίς το όνομα: οι αντισημίτες της οργάνωσης ΕΕΕ, που έκαψαν τη συνοικία Κάμπελ στη Θεσσαλονίκη, οι τεταρταυγουστιανοί, οι ταγματασφαλίτες και οι χίτες, οι παρακρατικοί που σκότωσαν τον Λαμπράκη, οι βασανιστές της χούντας και οι χρυσαβγίτες.
Ετυμολογικά πάντως η λέξη «φασισμός» έχει ξαδερφάκια στη γλώσσα μας, αφού από το ίδιο το λατινικό fascis ή μάλλον από το ιταλικό fascia (ταινία, λωρίδα) έχουμε τη φάσα, τη λωρίδα που βάζουμε στα ρούχα, τις φασκιές των μωρών, αλλά και τη φασίνα, επειδή αρχικά οι σκούπες φτιάχνονταν με δεμάτια από ξερόκλαδα. Οπότε το σύνθημα «φασίνα στους φασίστες», πέρα από πολιτικά είναι και ετυμολογικά εύστοχο. Πρέπει βέβαια να βρεθούν άξια χέρια να κρατήσουν τη σκούπα…
Ο Νίκος Σαραντάκος είναι συγγραφέας, μεταφραστής και κατοικοεδρεύει στα sarantakos.wordpress.com και στo http://www.sarantakos.com
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου