τα εν οίκω... εν δήμω
Επικοινωνία: peramahalas@gmail.com

Παρασκευή 1 Μαρτίου 2013

Σαν τη Χαλκιδική δεν έχει!

Αυτό που κάνουν οι κάτοικοι της Χαλκιδικής, είναι ηρωικό. Όχι μόνο γιατί αντιστέκονται στις πιο οργουελιανές τακτικές του αστυνομικού κράτους, αλλά γιατί συνεχίζουν να αμφισβητούν, στην πράξη μάλιστα, το πιο αυτονόητο ιδεολόγημα της νεοφιλελεύθερης κυριαρχίας: ότι η ανάπτυξη είναι πάντα για το καλό όλων μας.
Πράγματι, εύκολα θα βάλει κάποιος μερικούς αστερίσκους για την «προστασία του περιβάλλοντος» ή τις συνθήκες εργασίας, δύσκολα όμως μπορεί οποιοσδήποτε να διαφωνήσει στο ότι ο οδοστρωτήρας της ανάπτυξης είναι το μόνο όχημα που μπορεί να μας βγάλει από την κρίση, να μειώσει την ανεργία και να «αυξήσει την πίτα», ώστε να μπορούμε να τη φάμε πάλι μαζί.
Η ανάπτυξη δεν είναι η λύση, αλλά το πρόβλημα
Το κομβικό σημείο στα παραπάνω ιδεολογήματα είναι αυτό ακριβώς το «μαζί». Όταν μιλάμε για ανάπτυξη, μιλάμε για τη διευρυμένη αναπαραγωγή του κεφαλαίου, για την όλο και μεγαλύτερη δηλαδή απόσπαση και συσσώρευση της υπεραξίας, με μια λέξη, για την κερδοφορία του κεφαλαίου, μέσα πάντα από την εκμετάλλευση της εργασίας. Αυτό που μετρά τελικά η οικονομική μεγέθυνση σε μια κεφαλαιοκρατική οικονομία, είναι ο όγκος των αξιών που παράγονται μέσα από την κοινωνική εργασία, ακριβώς για να ενσωματωθούν στον κύκλο αναπαραγωγής του κεφαλαίου. Από τη σκοπιά αυτή, η «ανάπτυξη» δεν είναι ένας απλός, ποσοτικός δείκτης, και πόσο μάλλον ένας δείκτης κοινής ευημερίας, αλλά μία ταξική, ανταγωνιστική σχέση εκμετάλλευσης και κυριαρχίας. Αυτός ακριβώς ο ανταγωνισμός είναι που καλύπτεται κάτω από το «εμείς» της αναπτυξιακής ιδεολογίας.
Όταν η τρικομματική κυβέρνηση απειλεί με καταστολή κάθε φωνή που λειτουργεί «αντι-αναπτυξιακά», κάθε κομμάτι της κοινωνίας δηλαδή που στέκεται απέναντι στις ιδιωτικοποιήσεις ή σε επενδύσεις τύπου Χαλκιδικής, εκφράζει ακριβώς αυτόν τον ανταγωνισμό, τοποθετούμενη με την πλευρά του κεφαλαίου απέναντι στην εργατική τάξη.
Το ισχυρότερο όμως επιχείρημα της αναπτυξιολαγνείας είναι η ανεργία. Εκμεταλλευόμενο την απελπισία του ενάμιση εκατομμυρίου ανέργων, που το ίδιο προκάλεσε, το κυρίαρχο μπλοκ εξουσίας προσπαθεί ξανά να στρατεύσει ολόκληρη την κοινωνία γύρω από την ανάγκη για την «επανεκκίνηση» της οικονομίας, δηλαδή για την ανάκαμψη της κερδοφορίας του κεφαλαίου. Πάνω λοιπόν στον εκβιασμό της ανεργίας, η αστική τάξη της χώρας μας προσπαθεί να ενοποιήσει εκ νέου τη διαρρηγμένη κοινωνική συναίνεση, γύρω πάντα από τα δικά της κομβικά συμφέροντα, να εξασφαλίσει «θετικό επενδυτικό κλίμα», κοινωνική ειρήνη και πολιτική σταθερότητα.
Αυτό που ξεχνάμε πάλι μέσα από αυτά τα ιδεολογήματα, είναι ότι η σημερινή συντριβή του κόσμου της εργασίας ήταν ακριβώς το αποτέλεσμα της προηγούμενης κεφαλαιοκρατικής ανάπτυξης, της διαρκούς δηλαδή αύξησης της κερδοφορίας, η οποία για μια ακόμα φορά έσκασε σαν κρίση υπερσυσσώρευσης και οδήγησε σε καταστροφή μεγάλο μέρος της παραγωγικής βάσης και σε ανεργία το 1/3 τουλάχιστον της εργατικής τάξης. Η ανάπτυξη δεν είναι το αντίδοτο, αλλά η αιτία της ανεργίας. Είναι λοιπόν ειρωνικό να προβάλλονται για μια ακόμα φορά οι ίδιες νεοφιλελεύθερες συνταγές που οδήγησαν στην κοινωνική καταστροφή ως μόνη διέξοδο από αυτή.
Ανάπτυξη ή λεηλασία;
Και εκτός από ειρωνικό, είναι και λάθος. Γιατί, ακόμα και αν δεχτούμε την απόλυτη αρμοδιότητα του κεφαλαίου να οργανώνει για πάντα την κοινωνική παραγωγή, ακόμα και αν δεν μπορούμε να σκεφτούμε καμιά άλλη μορφή οργάνωσης της εργασίας και της ζωής μας πέρα από την καπιταλιστική συσσώρευση, ακόμα και αν για λόγους άμεσης επιβίωσης των ανέργων σήμερα αφήσουμε κατά μέρους κάθε κριτική και παραδοθούμε αμαχητί στο κεφάλαιο ώστε αυτό να αναδιοργανώσει την «ανάπτυξη», ακόμα και τότε δεν πρέπει να περιμένουμε ότι η ανάπτυξη, δηλαδή -το ξαναλέμε- η κεφαλαιοκρατική κερδοφορία και συσσώρευση, καταλήγει με έναν αυτόματο τρόπο στην αύξηση των θέσεων εργασίας, τη μείωση της ανεργίας και τη βελτίωση της ζωής των εργαζομένων.
Πρώτα από όλα -για να επιστρέψουμε στα βασικά-, γιατί «η δουλειά» για την εργατική τάξη δεν είναι αυτοσκοπός, αλλά εκβιασμός: δεν ζει για να δουλεύει, αλλά δουλεύει για να ζει. Αυτό που έχει σημασία λοιπόν, δεν είναι οι θέσεις εργασίας, αλλά οι όροι και οι συνθήκες αυτής της εργασίας: ο μισθός, τα ωράρια, τα δικαιώματα, η υγεία και η ασφάλεια. Είναι ενδεικτικό ότι ο βασικός μισθός στην Ελλάδα σήμερα λίγο απέχει από το επίδομα της ανεργίας προ κρίσης και είναι προφανώς κατώτερος από τα αντίστοιχα επιδόματα άλλων χωρών.
Τα πρώτα θύματα της «ανάπτυξης» του χρυσού λοιπόν, για να επιστρέψουμε στο παράδειγμα της Χαλκιδικής, θα είναι οι ίδιοι οι εργαζόμενοι που θα κληθούν να δουλέψουν στις στοές και τα πλυντήρια, κάτω μάλιστα από τα μέτρα ασφαλείας που θα διαμορφώνονται από ένα γενικά αρνητικό συσχετισμό δύναμης. Αυτό που παίζεται λοιπόν σήμερα μέσα στην κρίση, δεν είναι μόνο η επανεκκίνηση ή όχι της κεφαλαιοκρατικής ανάπτυξης – αυτή, αν δεν ανατραπούν άρδην τα πράγματα, αργά ή γρήγορα δυστυχώς θα έρθει -, αυτό που κρίνεται είναι ο συσχετισμός μεταξύ κεφαλαίου και εργασίας, το επίπεδο δικαιωμάτων της εργατικής τάξης, η μοιρασιά μεταξύ μισθού και κέρδους, πάνω στην οποία θα οικοδομηθεί η νέα φάση της ανάπτυξης – αν βέβαια τελικά έρθει.
Δεύτερο, γιατί είναι λάθος να ταυτίσουμε αυτόματα την ανάπτυξη (πάμε ξανά: δηλαδή την κεφαλαιοκρατική συσσώρευση και κερδοφορία) με την ανασυγκρότηση της παραγωγικής βάσης και τη μείωση της ανεργίας. Όπως ξέρουμε εδώ και δύο αιώνες, αυτό που ενδιαφέρει την κεφαλαιοκρατική παραγωγή δεν είναι γενικά η παραγωγή πλούτου, αξιών χρήσης, αλλά η παραγωγή κέρδους. Σε τελευταία ανάλυση βέβαια, το κέρδος παράγεται μόνο μέσα από την εκμετάλλευση της παραγωγικής εργασίας και την απόσπαση της υπεραξίας και μια κοινωνία όπου το ένα τρίτο των εργαζομένων έχει καταδικαστεί σε καταναγκαστική αργία είναι αντιπαραγωγική ακόμα και για το κεφάλαιο – γεγονός που αποδεικνύει την ιστορική του αποτυχία.
Αυτή η τελευταία ανάλυση ωστόσο, απέχει αρκετά από την τρέχουσα πραγματικότητα:·αν κάπου δίνεται η ευκαιρία για κερδοφορία χωρίς τις δεσμεύσεις που συνεπάγεται η εκμετάλλευση της ζωντανής εργασίας, το κεφάλαιο δεν πρόκειται να την αφήσει. Ίσα – ίσα, αυτές οι πρακτικές χρηματοπιστωτικής σπέκουλας, μονοπωλιακής κερδοσκοπίας ή απλής αρπαγής πλούτου και πόρων έχουν παίξει κεντρικό ρόλο στην ιστορία του καπιταλισμού – και ακόμα κεντρικότερο στην πορεία προς την πρόσφατη κρίση. Αυτές οι μορφές κερδοφορίας –ξανά: δηλαδή ανάπτυξης- όχι μόνο δεν δημιουργούν υποχρεωτικά νέες θέσεις εργασίας, αλλά συντελούν άμεσα στην όξυνση της κρίσης, στη διάλυση του παραγωγικού ιστού και τελικά στην αύξηση της ανεργίας. Οι επενδύσεις, για παράδειγμα, που αναμένει η κυβέρνηση μέσω των ιδιωτικοποιήσεων, είναι σαφές ότι θα μειώσουν άμεσα τις θέσεις εργασίας στις ιδιωτικοποιημένες επιχειρήσεις, ενώ πιθανότατα, μέσω του ανταγωνισμού, θα συμπιέσουν ακόμα περισσότερο την απασχόληση σε ευρύτερες παραγωγικές σφαίρες.
Πρωταρχική συσσώρευση στα βουνά της Χαλκιδικής
Μία τέτοια μορφή αρπαγής έχει όμως ιδιαίτερη σημασία για την περίπτωση για την οποία μιλάμε. Ο Μαρξ δαπάνησε αρκετές σελίδες του Κεφαλαίου για να δείξει ότι για να ξεκινήσει ο αέναος κύκλος της κεφαλαιοκρατικής συσσώρευσης, το κεφάλαιο έπρεπε να ενσωματώσει αρχικά με κάποιο τρόπο τα μέσα παραγωγής, τις πλουτοπαραγωγικές πηγές ή τους διαθέσιμους φυσικούς πόρους. Και αυτός ο τρόπος δεν διέθετε βέβαια την αυταπόδεικτη φυσικότητα της «κανονικής» κεφαλαιοκρατικής συσσώρευσης, αλλά απαιτούσε την ωμή, βίαιη παρέμβαση της κρατικής εξουσίας, τη διάλυση προηγούμενων σχέσεων και τρόπων παραγωγής, τελικά τη λεηλασία και την κλοπή, με την πιο τυπική, νομική της έννοια.
Ο Χάρβεϋ με τη σειρά του, έδειξε πιο πρόσφατα ότι αυτή η διαδικασία «πρωταρχικής συσσώρευσης» δεν σταμάτησε με τους Άγγλους αποικιοκράτες ή τους Αμερικάνους χρυσοθήρες, αλλά συνεχίζεται μέχρι σήμερα, παράλληλα και αλληλοσυμπληρωνόμενη με την κανονική κεφαλαιοκρατική συσσώρευση, αυτή δηλαδή που στηρίζεται στην απόσπαση της υπεραξίας. Το κεφάλαιο με άλλα λόγια μπορεί να διευρύνεται όχι μόνο παράγοντας, αλλά και ενσωματώνοντας στον κύκλο του όλο και περισσότερα υλικά και κοινωνικά αγαθά, τα οποία μέχρι τότε παρέμεναν δωρεάν και διαθέσιμα, ή με μία λέξη, κοινά.
Αυτή η τάση ιδιωτικοποίησης ή κεφαλαιοποίησης πρώην κοινών αγαθών, αποτέλεσε την υλική βάση για την ανάπτυξη μερικών από τα σημαντικότερα κοινωνικά οικολογικά κινήματα. Σε ποιόν ανήκουν για παράδειγμα οι ζούγκλες του Αμαζονίου; Στους ιθαγενείς κατοίκους ή στις πολυεθνικές του πετρελαίου; Τα νερά της Αραβύσσου; Το πάρκο στην Πατησίων; Το Οβριόκαστρο της Κερατέας;
Αυτή η αντίθεση μπορεί ίσως να μας βοηθήσει να καταλάβουμε καλύτερα και τις συγκρούσεις στη Χαλκιδική. Αυτό που προβάλλει η κυρίαρχη πλευρά ως «ανάπτυξη» είναι σε μεγάλο βαθμό μία διαδικασία «πρωταρχικής συσσώρευσης», μία κοινή δηλαδή αρπαγή και ενσωμάτωση στο κεφάλαιο φυσικών και κοινωνικών πόρων (εδώ αξίζει να θυμηθούμε το ρόλο που έπαιζε πάντα η αρπαγή του χρυσού στην πρωταρχική συσσώρευση, από την εποχή του Κολόμβου ως τα σύγχρονα χρυσορυχεία της Αφρικής). Και μάλιστα, όπως πάντα, η αρπαγή αυτή προϋπόθετε την άμεση και βίαιη «εξωοικονομική» παρέμβαση του κράτους. Μην ξεχνάμε ότι η ιδιοκτησία των ορυχείων περιήλθε στην «Ελληνική Χρυσός» από την χρεοκοπημένη TVX Gold το 2003, έναντι μόνο 11 εκ. ευρώ, μετά από σκανδαλώδεις μεσολαβήσεις της τότε κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ και  ιδιαίτερα τοπικών παραγόντων όπως ο χαλκιδικιώτης Χρήστος Πάχτας, υφυπουργός τότε Οικονομίας. Τρία χρόνια αργότερα, η ίδια εταιρία αποτιμήθηκε στα 422 εκ. ευρώ, ενώ πρόσφατα, χάρη στη συνεχή στήριξη των διαδοχικών κυβερνήσεων, η χρηματιστηριακή αξία της έφτανε στα 2,3 δις, προεξοφλώντας τα μελλοντικά κέρδη (ένα εξαιρετικό παράδειγμα για το πώς η «ανάπτυξη» μέσω πρωταρχικής συσσώρευσης αλληλοτροφοδοτείται με την «ανάπτυξη» μέσω χρηματοπιστωτικής σπέκουλας). Το ίδιο χέρι του κράτους άλλαξε αργότερα την περιβαλλοντική νομοθεσία για να άρει τα εμπόδια, σφράγισε και ενέκρινε τις αμφίβολες μελέτες περιβαλλοντικών επιπτώσεων. Το ίδιο χέρι, μαζί με αυτό του παρακράτους, απλώνεται σήμερα οπλισμένο ενάντια στον αγώνα των κατοίκων.
Φυσικά, η αξιοποίηση των αρπαγμένων πόρων απαιτεί και την εκμετάλλευση νέας εργασίας και άρα τη δημιουργία 1500 νέων θέσεων εργασίας, όπως διαφημίζουν οι χρυσοθήρες. Να λοιπόν η πραγματική «ανάπτυξη», έστω μετά την αρπαγή. Εδώ όμως είναι που πραγματικά ξεδιπλώνονται οι αντιθέσεις. Κανένα στοιχείο της φύσης δεν γράφει στο κούτελό του για ποια χρήση προορίζεται, για ποια παραγωγική διαδικασία αποτελεί δηλαδή «φυσικό πόρο» ένα ορεινό ρέμα ή ποτάμι δεν είναι μόνο γεννήτρια ηλεκτρικού ρεύματος για τους «πράσινους επενδυτές» των Μικρών Υδροηλεκτρικών Έργων, που απειλούν σήμερα να αρπάξουν το σύνολο του ορεινού υδρολογικού δικτύου, αλλά και πόρος για τη γεωργία, την κτηνοτροφία, την κονσερβοποιεία, την αλιεία ή τόσες άλλες βιομηχανικές και μη χρήσεις.
Τα βουνά της Χαλκιδικής αντίστοιχα δεν είναι μόνο αποθήκες χρυσού, αλλά ένας σύνθετος κοινωνικός και φυσικός σχηματισμός, που περιλαμβάνει και περιλαμβάνεται σήμερα σε ένα σύνολο παραγωγικών δραστηριοτήτων και –ακόμα περισσότερο- μπορεί να συμπεριληφθεί αύριο σε ένα ακόμα πιο πλούσιο σύνολο. Δεν είναι δουλειά μας να προβλέψουμε αυτές τις «εναλλακτικές» δραστηριότητες, αν είναι ο τουρισμός ή η μελισσοκομία. Το σίγουρο είναι ότι υπάρχουν. Αυτό αποδεικνύεται από το πολύ απλό γεγονός της αντίστασης των χαλκιδικιωτών. Το εύρος, το πάθος, η συνέπεια και η μαχητικότητα των κατοίκων υποδεικνύει σαφώς ότι οι πόροι, δηλαδή τα βουνά, τα δάση, τα νερά και οι θάλασσες που θέλει να υφαρπάξει σήμερα η «Ελληνικός Χρυσός», αποτελούν ήδη μέρος της ζωής τους, της εργασίας τους, της μνήμης, του παιχνιδιού και των ελπίδων τους. Και όλα αυτά δεν αποδεικνύονται εξίσου εύκολα απαλλοτριώσιμα, όσο τα δικαιώματα χρήσης των ορυκτών πόρων. Το ίδιο συμβαίνει και αλλού, από τον Αμαζόνιο ως τον περιφερειακό της Θεσσαλονίκης και τον ΣΜΑ. Ομως, όπως λέμε και εδώ, καλές και οι ζούγκλες του Αμαζονίου, αλλά σαν τη Χαλκιδική δεν έχει!
Νίκος Νικήσιανης
 
από altertheess


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου